- φιλοδίκης
- φιλοδικέωto be fond of litigationimperf ind act 2nd sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φιλοδίκης — Φιλοδίκη fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ιλάειρα — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν κόρη του Λεύκιππου, γιου του βασιλιά της Μεσσήνης Περιήρους, και της Φιλοδίκης, κόρης του Ινάχου, βασιλιά του Άργους. Η Ι. και η αδελφή της Φοίβη, επρόκειτο να παντρευτούν τους Αφαρίδες Ίδα και Λυγκέα. Όταν όμως τις… … Dictionary of Greek